γυμνισμός

γυμνισμός
nudisme

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • γυμνισμός — Φυσιολατρική αντίληψη με πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές προεκτάσεις που δέχεται έναν τρόπο ζωής όπου επικρατεί η κοινή γυμνότητα των σωμάτων. Κατά την αρχαιότητα, στον ελλαδικό χώρο φαίνεται πως τηρούσαν στάση ανεκτική απέναντι στη… …   Dictionary of Greek

  • γυμνισμός — ο φυσιολατρικό κίνημα σύμφωνα με το οποίο οι άνθρωποι πρέπει να ζουν γυμνοί κοντά στη φύση για να απαλλαγούν από τα δεσμά του πολιτισμού: Τα καλοκαίρια κάνω γυμνισμό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γυμνοκρατία — η ο γυμνισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. γυμνισμός] …   Dictionary of Greek

  • γυμνοκρατία — η ο γυμνισμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”